Ο όρος κολπίτιδα σημαίνει φλεγμονή του κόλπου, εκδηλώνοντας ελάχιστα ως έντονα συμπτώματα. Αφορά όλες τις ηλικίες αλλά κυρίως την αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας. Περίπου μια στις δυο ή τρεις γυναίκες θα πάθουν κολπίτιδα τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους, οπότε καλό είναι να γνωρίζουν ορισμένα πράγματα για αυτές.
Τι προκαλεί την κολπίτιδα;
Μολύνσεις, σπερματοκτόνα ή σεξουαλική επαφή, η χρήση αντιβιοτικών, ο σακχαρώδης διαβήτης, ορμονικές αλλαγές όπως η εγκυμοσύνη, η χρήση αντισυλληπτικών, η εμμηνόπαυση. Ολες αυτές οι καταστάσεις διαταράσσουν την ισορροπία της φυσιολογικής λειτουργίας του κόλπου.
Μυκητίαση: Οι μύκητες είναι παρόντες σε μικρό αριθμό στον κόλπο των γυναικών, χωρίς να προκαλούν νόσο. Όταν όμως οι τοπικές συνθήκες ή το ορμονικό περιβάλλον ευνοήσουν την υπερανάπτυξη τους (π.χ. λήψη φαρμάκων, σακχαρώδης διαβήτης, εγκυμοσύνη) τότε προκαλούν φλεγμονή με χαρακτηριστικά συμπτώματα. Τα πιο συνηθισμένα από αυτά είναι αυξημένα κολπικά υγρά που κυμαίνονται από λευκωπά ως λευκά πηχτά κομμάτια “σαν χαλασμένο τυρί”, κολπικός πόνος κατά την επαφή και την ούρηση, τοπικός ερεθισμός, φαγούρα και κάψιμο. Ο μύκητας Candida albicans προκαλεί 85-90% των λοιμώξεων αυτών και αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά, είτε κολπικά είτε από το στόμα. Ο σύντροφος δε χρειάζεται να πάρει αντιβίωση εκτός αν έχει και ο ίδιος συμπτώματα, καλό είναι όμως να αποφεύγεται η σεξουαλική επαφή όσο διαρκεί η λοίμωξη.
Τριχομονάδα: Η κολπίτιδα από τριχομονάδα προκαλείται από τον μικροοργανισμό Trichomonas vaginalis που μεταδίδεται σεξουαλικά με ιδιαίτερη ευκολία. Ορισμένες φορές μάλιστα συνυπάρχει με άλλους σεξουαλικά μεταδιδόμενους μικροοργανισμούς για την ύπαρξη των οποίων καλό είναι να γίνεται μικροβιολογικός έλεγχος. Η τριχομονάδα προκαλεί αυξημένα, δύσοσμα, κιτρινωπά κολπικά υγρά με πυώδη εμφάνιση καθώς και τοπική φαγούρα. Αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά, συνήθως από το στόμα. Λόγω του τρόπου μετάδοσης είναι σημαντικό να λάβει θεραπεία και ο σεξουαλικός σύντροφος για την αποφυγή επαναμόλυνσης. Η τριχομονάδα έχει σχετιστεί με αυξημένη πιθανότητα πρόωρου τοκετού γι’ αυτό έχει σημασία ο έγκαιρος εντοπισμός της στην εγκυμοσύνη.
Βακτηριακή κολπίτιδα: Προκαλείται από μεταβολή της ισορροπίας του βακτηριδιακού περιβάλλοντος του κόλπου που επιτρέπει την υπερ-ανάπτυξη βακτηρίων όπως η Gardnerella ή άλλα αναερόβια. Η επακόλουθη κολπίτιδα χαρακτηρίζεται από δύσοσμα, γκριζωπά κολπικά υγρά και μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές όπως πυελική λοίμωξη. Θεραπεύεται με λήψη αντιβίωσης είτε κολπικά είτε από το στόμα. Δεν είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενη και ως εκ τούτου δεν απαιτείται θεραπεία του συντρόφου.
Μυκόπλασμα: Το μυκόπλασμα είναι ένας μικροοργανισμός που ανιχνεύεται μερικές φορές σε κολπικές καλλιέργειες όμως δε θεωρείται ότι προκαλεί τυπική κολπίτιδα. Συνεπώς δεν χρειάζεται πάντα θεραπεία παρά μόνο αν υπάρχει κλινική εικόνα λοίμωξης.
Ατροφική κολπίτιδα: Δεν προκαλείται από μικρόβια ,αλλά από την «έλλειψη» των οιστρογόνων όπως στο θηλασμό και την εμμηνόπαυση. Εκδηλώνεται με ξηρότητα, «φαγούρα»,»κάψιμο «. Η χρήση τοπικών οιστρογόνων ή άλλων ενυδατικών η «λιπαντικών» σκευασμάτων συμβάλουν στην αντιμετώπιση της.